ΤΟΠΙΚΑ ΝΕΑ

«ΟΡΓΙΑΖΟΥΝ» ΟΙ ΕΙΣΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΕΝ ΜΕΣΩ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ!

 

Οι πρακτικές που έχουν αναπτύξει οι εισπρακτικές εταιρείες και τα δικηγορικά γραφεία εκ μέρους των τραπεζών, δεν έχουν τέλος ούτε την περίοδο της πανδημίας!

Και ενώ διανύουμε το δεύτερο λοκντάουν εν μέσω της τεράστιας κρίσης που δημιούργησε ο κορωνοϊός με τους εργαζόμενους να είναι χωρίς επιδόματα και τους επαγγελματίες και μικρές επιχειρήσεις να είναι καταχρεωμένοι, οι εισπρακτικές έχουν αποθρασυνθεί.

Τηλεφωνούν σε 24ωρη βάση είτε σε σταθερά είτε σε κινητά, δίνουν διάφορα στοιχεία, απειλούν με κατασχέσεις λογαριασμών και διαταγές πληρωμών για παλιές οφειλές όπως πιστωτικές κάρτες και δάνεια ενώ αποκρύπτουν και τις νόμιμες διαδικασίες που υπάρχουν.

Πολλές καταγγελίες έφτασαν στην εφημερίδα μας από συμπολίτες μας στην Ρόδο που έχουν αγανακτήσει επειδή διάφορες εισπρακτικές εταιρείες και δικηγορικά γραφεία, τους ενοχλούν στα προσωπικά τους τηλέφωνα, στο σπίτι τους, στα κινητά τους οποιαδήποτε ώρα της ημέρας (και τις νυχτερινές ώρες!!!) εξαπολύοντας επιθέσεις και απειλές κατά των πολιτών τους οποίους καλούν να καταβάλλουν άμεσα, διάφορα χρηματικά ποσά σε κάποιους λογαριασμούς για να γίνουν διακανονισμοί.

Ωστόσο οι πολίτες είναι καλό να γνωρίζουν ποιο είναι το νομικό πλαίσιο λειτουργίας τους ενώ θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί αφού σε πολλές περιπτώσεις εκτός από τις εισπρακτικές υπάρχουν και επαγγελματίες που κάνουν απάτες –δήθεν εκ μέρους της ΔΕΗ ή κάποιων εταιρειών ή τραπεζών.

 

Το νεότερο νομικό πλαίσιο λειτουργίας των εισπρακτικών εταιρειών

Ως Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις (πρώην Εισπρακτικές Εταιρείες) ορίζονται οι κεφαλαιουχικές εταιρίες που έχουν ως αποκλειστικό καταστατικό σκοπό την εξώδικη ενημέρωση οφειλετών για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων και απαιτητών χρηματικών οφειλών τους έναντι δανειστών, πριν από τη διενέργεια δικαστικών πράξεων και το στάδιο έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, που προέρχονται από συμβάσεις πίστωσης και εγγύησης και νόμιμες εμπορικές συναλλαγές, όπως αγορές αγαθών, παροχή υπηρεσιών, χορήγηση δανείων, εγγυήσεων και πιστώσεων, χρήση πιστωτικών καρτών, καθώς και τη διαπραγμάτευση του χρόνου, του τρόπου και των λοιπών όρων αποπληρωμής των οφειλών, κατ’ εντολή και για λογαριασμό των δανειστών, σύμφωνα με τις αρχές που περιγράφονται κατωτέρω. Οι αρχές αυτές, οι οποίες αναφέρονται λεπτομερώς στον Ν. 3758/2009 («Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις και άλλες διατάξεις») τροποποιήθηκαν μερικώς με τον τελευταίο 4038/2012 («Επείγουσες ρυθμίσεις που αφορούν την εφαρμογή του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-215») και έχουν ως εξής:

 

Αρχές που διέπουν την ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις

1. Η εν γένει επιχειρηματική δράση των Εταιρειών στην αγορά διέπεται από τις αρχές της επαγγελματικής δεοντολογίας, της ευπρέπειας, της συναλλακτικής ευθύτητας, της ειλικρίνειας κατά την επικοινωνία, της διαφάνειας, του σεβασμού της προσωπικότητας, της ιδιωτικής ζωής, της υγείας, της ασφάλειας, του τραπεζικού απορρήτου και της συμβατικής και οικονομικής ελευθερίας.

2. Η παρέμβαση των Εταιρειών αφορά αποκλειστικά και μόνο στην ενημέρωση των οφειλετών για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων οφειλών τους έναντι δανειστών και τη διαπραγμάτευση του χρόνου, του τρόπου και των λοιπών όρων αποπληρωμής αυτών, κατ’ εντολή και για λογαριασμό των δανειστών. Απαγορεύεται στους δανειστές η σύναψη σύμβασης για τους σκοπούς του παρόντος νόμου με Εισπρακτικές Εταιρείες που δεν περιλαμβάνονται στο Μητρώο Εγγραφής Εταιριών, που τηρείται στο Υπουργείο Ανάπτυξης σε ηλεκτρονική μορφή και αναλύεται ειδικότερα παρακάτω. Δεν επιτρέπεται η ανάθεση εντολής ενημέρωσης για την ίδια ληξιπρόθεσμη οφειλή σε περισσότερες πλην μίας Εταιρείες Ενημέρωσης.

3. Απαγορεύεται η με οποιονδήποτε τρόπο είσπραξη από τις Εταιρείες ληξιπρόθεσμων οφειλών, καθώς και η ανάθεση μέρους ή της όλης δραστηριότητας αυτών, σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο.

4. Πριν από κάθε ενέργεια Ενημέρωσης απαιτείται η από τον δανειστή προς τον οφειλέτη επιβεβαίωση των οφειλών με κάθε διαθέσιμο τρόπο και η ταυτοποίηση του οφειλέτη, καθώς και η ενημέρωση του για τη διαβίβαση των δεδομένων του στην Εταιρεία συμφώνως και προς το άρθρο 11 του ν. 2472/1997, ως εκάστοτε αυτός ισχύει. Η επικοινωνία με τον οφειλέτη πρέπει να γίνεται, σύμφωνα με τις αρχές της ως άνω παραγράφου 1, εντός εύλογου χρόνου και με συχνότητα οχλήσεων όχι πέραν της μίας ανά δεύτερη ημέρα. Η τηλεφωνική επικοινωνία στο χώρο εργασίας του οφειλέτη γίνεται, μόνο εφόσον ο συγκεκριμένος τηλεφωνικός αριθμός έχει δηλωθεί ως μοναδικός αριθμός επικοινωνίας από τον τελευταίο.

5. Η ανάθεση της Ενημέρωσης από τον δανειστή προς την Εταιρεία γίνεται εγγράφως ή μέσω σταθερού μέσου αποθήκευσης πληροφοριών. Οι διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α’) για το απόρρητο και την ασφάλεια της επεξεργασίας βαρύνουν αναλόγως και την Εταιρεία.

6. Δεν επιτρέπεται στον δανειστή η ανάθεση εντολής για Ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες οφειλές που δεν εμπίπτουν στην έννοια της ληξιπρόθεσμης οφειλής που ορίζεται στον νόμο («Ληξιπρόθεσμη οφειλή: το χρηματικό ποσό που οφείλει από νόμιμη αιτία ο οφειλέτης προς τον δανειστή και το οποίο έπρεπε να έχει καταβληθεί σε δήλη ημέρα ή σε ορισμένη προθεσμία από την καταγγελία, εφόσον είχε ταχθεί τέτοια προθεσμία και κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό)ή έχουν υποβληθεί σε ρύθμιση ή διακανονισμό που τηρείται ή έχει παρέλθει ο χρόνος της παραγραφής. Δεν επιτρέπεται η ανάθεση εντολής Ενημέρωσης για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, οι οποίες απορρέουν από καταχρηστικούς γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, καθώς και οι όροι που αναφέρονται στις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 21 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994 (ΦΕΚ 191 Α’), όπως εκάστοτε ισχύει.

7. Ο οφειλέτης δεν επιβαρύνεται με δαπάνες για την ανάθεση της Ενημέρωσης από τον δανειστή προς την Εταιρεία.

 

Αθέμιτες και παραπλανητικές πρακτικές Εισπρακτικών Εταιρειών προς οφειλέτες

Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες να προβαίνουν σε αθέμιτες και παραπλανητικές πρακτικές προς τους οφειλέτες, όπως:

1. Η, κατά την επικοινωνία με τον οφειλέτη, εμφάνιση των υπαλλήλων τους υπό ιδιότητες που δεν διαθέτουν όπως υπαλλήλων των δανειστών, δικηγόρων ή δικαστικών επιμελητών.

2. Η άσκηση σωματικής βίας, ψυχολογικής πίεσης περί διακινδύνευσης του επαγγέλματος, των περιουσιακών στοιχείων ή της ζωής του οφειλέτη ή των οικείων του.

3. Η επίδειξη προσβλητικής συμπεριφοράς ή η χρήση προσβλητικών εκφράσεων εναντίον του οφειλέτη ή και των οικείων του.

4. Η δυσφήμιση ή η απειλή δυσφήμισης του οφειλέτη στο οικογενειακό ή εργασιακό περιβάλλον του.

5. Η εκμετάλλευση περιστάσεων αντικειμενικής αδυναμίας του οφειλέτη.

6. Η απειλή λήψης μη νόμιμου μέτρου σε βάρος του.

7. Η παραπλανητική πληροφόρηση του οφειλέτη.

8. Οι κατ’ οίκον ή στο χώρο εργασίας του οφειλέτη επισκέψεις, καθώς και οι επισκέψεις σε άλλους χώρους αυστηρώς προσωπικούς, όπως νοσοκομεία.

9. Η όχληση των οικείων προσώπων του κατά την έννοια της περίπτωσης 4.

10. Η παραπλανητική χρήση και παρουσίαση εγγράφων που δημιουργούν εσφαλμένα την εντύπωση ότι πρόκειται για δικαστικά έγγραφα.

11. Η οποιαδήποτε επικοινωνία που περιλαμβάνει ανακριβείς πληροφορίες σχετικά με τις συνέπειες αθέτησης πληρωμών.

12. Η επικοινωνία για οφειλές οι οποίες απορρέουν από γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί κατά χρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, καθώς και οι όροι που αναφέρονται στις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 21 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994, όπως εκάστοτε ισχύει.

 

Ειδικές υποχρεώσεις Εισπρακτικών Εταιρειών

1. Οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται να διαθέτουν επαρκή διοικητική και τεχνολογική υποδομή που να περιλαμβάνει, τουλάχιστον, ένα ολοκληρωμένο τηλεφωνικό κέντρο και δίκτυο ηλεκτρονικών υπολογιστών. Οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται να απασχολούν υπαλληλικό προσωπικό τουλάχιστον μέσης εκπαίδευσης, το οποίο οφείλουν να επιμορφώνουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα σι σχέση με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο και ιδίως με τις διατάξεις του παρόντος και της νομοθεσίας περί προστασίας προσωπικών δεδομένων, με σκοπό την επίδειξη προσήκουσας, κατά το νόμο και τα συναλλακτικά ήθη, συμπεριφοράς έναντι των οφειλετών. Οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται να έχουν ελάχιστα ίδια κεφάλαια ύψους τριακοσίων πενήντα χιλιάδων (350.000) ευρώ.

2. Σε κάθε προφορική επικοινωνία με τον οφειλέτη, οι Εισπρακτικές Εταιρείες έχουν υποχρέωση να διαθέτουν εμφανή τον αριθμό προέλευσης κλήσης, να παρέχουν πλήρη και σαφή Ενημέρωση στους οφειλέτες, τόσο για το ονοματεπώνυμο του καλούντος υπαλλήλου και την ιδιότητα του, όσο και για τον αριθμό Μητρώου της Εταιρείας κατά την έννοια του άρθρου 7 και το σκοπό της επικοινωνίας τους. Σε κάθε δε έγγραφη επικοινωνία, είτε με επιστολή είτε με σταθερό μέσο, κατά την έννοια της παραγράφου 6 του άρθρου 3, οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται, πλέον των ανωτέρω, να αναγράφουν, την πλήρη εμπορική επωνυμία τους, την ταχυδρομική διεύθυνση της καταστατικής έδρας τους, με οδό, αριθμό, πόλη, ταχυδρομικό κώδικα, τηλεφωνικό αριθμό, αριθμό τηλεομοιοτυπίας και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, καθώς και τον αριθμό Μητρώου της Εταιρείας. Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες να αντιποιούνται με οποιονδήποτε τρόπο κατά την επικοινωνία τους με τους οφειλέτες την επωνυμία ή το διακριτικό τίτλο των δανειστών – εντολέων τους.

3. Εφόσον ζητηθεί από τον οφειλέτη, οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται να παρέχουν σε αυτόν εγγράφως και ατελώς πλήρη και ακριβή αναλυτικά στοιχεία για το ύψος και την προέλευση της ληξιπρόθεσμης οφειλής, κατά κεφάλαιο, τόκους, έξοδα και προσαυξήσεις, όπως αυτές έχουν προσδιορισθεί από τον δανειστή, εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την πρώτη προφορική επικοινωνία.

4. Οι εκάστοτε ανατιθέμενες ενέργειες Ενημέρωσης αποτυπώνονται με σαφήνεια στη σύμβαση που διέπει τις σχέσεις δανειστή και Εταιρείας.

5. Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες να ενεργούν πράξεις, οι οποίες ασκούνται αποκλειστικά από δικηγόρους ή δικαστικούς επιμελητές, όπως έρευνα στα υποθηκοφυλακεία ή κτηματολογικά γραφεία, παράσταση σε δημόσιες αρχές, κοινοποίηση δικαστικών ή εξώδικων πράξεων, κίνηση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης ή με οποιονδήποτε τρόπο συμμετοχή σε αυτήν, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα περί Δικηγόρων (ν.δ. 3026/1954, ΦΕΚ 235 Α’) και του Κώδικα Δικαστικών Επιμελητών (ν. 2318/1995, ΦΕΚ 126 Α’), όπως εκάστοτε ισχύουν. Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες να αναθέτουν τη δικαστική διεκδίκηση των οφειλών σε δικηγόρους και δικαστικούς επιμελητές της δικής τους επιλογής, έργο που ανήκει αποκλειστικά στους δανειστές.

6. Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες η πρόσβαση σε αρχεία οικονομικής συμπεριφοράς, όπως στην “ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.”, ή σε άλλα αρχεία για τη διακρίβωση της πιστοληπτικής ικανότητας του οφειλέτη.

 

Μητρώο εγγραφής Εισπρακτικών Εταιρειών

1. Οι Εισπρακτικές Εταιρείες εγγράφονται υποχρεωτικά στο Μητρώο Εταιρειών Ενημέρωσης Οφειλετών για Ληξιπρόθεσμες Απαιτήσεις στο οποίο καταχωρούνται και τα πλήρη στοιχεία των νόμιμων εκπροσώπων των Εταιρειών.

 

2. Το Μητρώο είναι δημόσιο βιβλίο και τηρείται στο Υπουργείο Ανάπτυξης σε ηλεκτρονική μορφή, η δε πρόσβαση σε αυτό γίνεται ατελώς. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα τήρησης και λειτουργίας του Μητρώου, κάθε λεπτομέρεια, τεχνική ή μη, σχετική με τη λειτουργία του, καθώς και οι προϋποθέσεις και τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την εγγραφή Εταιρείας στο Μητρώο.

3. Οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται πριν από την έναρξη της δραστηριότητας τους να υποβάλουν αίτηση για την καταχώρηση τους στο Μητρώο. Στη σφραγίδα, στα έντυπα, στα έγγραφα και στις συμβάσεις που συνάπτουν οι Εισπρακτικές Εταιρείες αναγράφεται υποχρεωτικά ο αριθμός εγγραφής τους στο Μητρώο.

4. Η καταχώρηση στο Μητρώο αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την υποβολή της δήλωσης έναρξης εργασιών της Εταιρείας στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία και αποδεικνύεται με σχετική βεβαίωση εγγραφής στο Μητρώο, που χορηγείται από το Υπουργείο Ανάπτυξης.

5. Αν η Εταιρεία δεν πληροί τις προϋποθέσεις του παρόντος νόμου, ο Υπουργός Ανάπτυξης, με αιτιολογημένη απόφαση του που εκδίδεται εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από την κατάθεση της αίτησης καταχώρησης στο Μητρώο, αρνείται την εγγραφή της Εταιρείας σε αυτό.

6. Στην περίπτωση κατά την οποία εγγεγραμμένη Εταιρεία στο Μητρώο παραβιάζει τις διατάξεις του παρόντος νόμου, ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί, με αιτιολογημένη απόφαση του, να προβαίνει στις Κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10 του παρόντος. Η διαγραφή Εταιρείας από το Μητρώο συνεπάγεται αυτοδικαίως την ανάκληση της άδειας λειτουργίας της. Η απόφαση περί διαγραφής Εταιρείας από το Μητρώο κοινοποιείται στην αρμόδια για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας Αρχή και στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία.

 

Προστασία απορρήτου

1. Οι Εισπρακτικές Εταιρείες υποχρεούνται να μεριμνούν για την προστασία του επιχειρηματικού και προσωπικού απορρήτου. Ειδικότερα, οφείλουν να απέχουν από κάθε προσβολή προσωπικών δεδομένων του οφειλέτη και ιδιαίτερα των προσωπικών δεδομένων του σε ο,τι αφορά τα οικονομικά στοιχεία, όπως αριθμοί λογαριασμών, πιστωτικών καρτών, καταναλωτικά δάνεια, ηλεκτρονικές συναλλαγές, στα πλαίσια της κείμενης νομοθεσίας περί απορρήτου και προσωπικής ζωής του οφειλέτη και των αποφάσεων των ανεξάρτητων αρχών που είναι επιφορτισμένες με την τήρηση τους.

2. Ο δανειστής παρέχει στην Εταιρεία μόνο τα αναγκαία για την επικοινωνία στοιχεία των οφειλετών. Απαγορεύεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες η γνωστοποίηση των στοιχείων σε τρίτους, με ή χωρίς αντάλλαγμα, καθώς και η χρήση τους για άλλους σκοπούς. Ως τρίτοι, κατά την έννοια του παρόντος νόμου, θεωρούνται και οι θυγατρικές εταιρίες των Εταιρειών.

3. Εφόσον οι Εισπρακτικές Εταιρείες προβαίνουν, στο πλαίσιο ανάθεσης από τους δανειστές, σε ρύθμιση ή διακανονισμό οφειλής, επιτρέπεται η καταγραφή των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων με τον οφειλέτη, μετά από ενημέρωση του, για το σκοπό παροχής αποδεικτικών στοιχείων της πραγματοποιηθείσας εμπορικής συναλλαγής. Στις περιπτώσεις απλής ενημέρωσης για την οφειλή η καταγραφή δεν επιτρέπεται. Υπεύθυνος επεξεργασίας του σχετικού αρχείου είναι ο δανειστής, ο οποίος μπορεί να αναθέσει την τήρηση του στην Εταιρεία. Ο δανειστής οφείλει να ενημερώσει τον οφειλέτη για την εν λόγω επεξεργασία.

 

Σχέσεις Εισπρακτικών Εταιρειών με δανειστές

1. Κάθε Εταιρεία οφείλει να παρέχει διαφανείς, επαγγελματικές και αποτελεσματικές υπηρεσίες προς τους δανειστές. Η τυχόν ύπαρξη διακανονισμού μεταξύ οφειλέτη και δανειστή αναστέλλει κάθε ενέργεια της Εταιρείας προς όχληση του οφειλέτη για όσο χρονικό διάστημα τηρείται ο διακανονισμός.

2. Με επιμέλεια και ευθύνη του δανειστή, οι επί τη βάσει της σύμβασης μεταξύ αυτού και της Εταιρείας επί μέρους εντολές πρέπει να καθορίζουν με πληρότητα, τις σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου απαιτήσεις κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα.

3. Κάθε δανειστής υποχρεούται να παρέχει εντολή προς ενημέρωση μόνο για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 3, οι οποίες δεν απορρέουν από καταχρηστικούς γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, καθώς και οι όροι που αναφέρονται στις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 21 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994, τηρώντας τις διατάξεις περί απορρήτου και περί προστασίας προσωπικών δεδομένων των πελατών του. Παράβαση της υποχρέωσης αυτής επάγεται αστική ευθύνη του δανειστή προς αποζημίωση της Εταιρείας και του οφειλέτη.

Απαγορεύεται στους δανειστές, επί ποινή ακυρότητας, να συνάπτουν συμβάσεις με Εισπρακτικές Εταιρείες, οι οποίες δεν είναι εγγεγραμμένες στο Μητρώο Εταιριών που τηρείται στο Υπουργείο Ανάπτυξης. Η παράβαση των διατάξεων αυτών επισύρει την επιβολή των προβλεπόμενων στο άρθρο 10 κυρώσεων, τόσο σε βάρος των δανειστών όσο και σε βάρος των Εταιρειών.

4. Δεν επιτρέπεται στις Εισπρακτικές Εταιρείες να παρεκκλίνουν από τις εντολές του δανειστή ούτε και η αμοιβή τους να συνδέεται με την επιλογή εκ μέρους του οφειλέτη συγκεκριμένου τρόπου αποπληρωμής. Απαγορεύεται η εκχώρηση από δανειστή ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων προς είσπραξη, είτε προς Εταιρείες Ενημέρωσης υπό την έννοια της παραγράφου 3 του άρθρου 3 είτε προς οποιονδήποτε τρίτο.

5. Παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου θεμελιώνει και εις ολόκληρον ευθύνη του δανειστή και της Εταιρείας έναντι του οφειλέτη.

 

Κυρώσεις

1. Με την επιφύλαξη των κειμένων διατάξεων για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως των νόμων 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α’) και 3471/2006 (ΦΕΚ 133 Α’) και άλλων ειδικότερων διατάξεων, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης επιβάλλεται σε βάρος των Εταιρειών που παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος νόμου πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ. Σε περίπτωση υποτροπής το ανώτατο όριο προστίμου διπλασιάζεται και ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί να διατάξει και την προσωρινή διαγραφή της Εταιρείας από το Μητρώο για χρονικό διάστημα από ένα (1) έως έξι (6) μήνες και, σε περίπτωση περαιτέρω υποτροπής, μπορεί να διατάξει την οριστική διαγραφή της Εταιρείας.

2. Τα ποσά των προστίμων που επιβάλλονται αποτελούν δημόσιο έσοδο και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974, ΦΕΚ 90 Α’) και μπορεί να αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης.

3. Η επιβολή των ως άνω διοικητικών κυρώσεων είναι ανεξάρτητη από κάθε άλλη αστική, ποινική ή πειθαρχική κύρωση που τυχόν προβλέπεται σε βάρος των Εταιρειών από τον παρόντα νόμο και την κείμενη νομοθεσία.

 

Υπηρεσία Τήρησης του Μητρώου Εγγραφής Εισπρακτικών Εταιρειών

Στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης συνιστάται αυτοτελές Τμήμα Μητρώου για την τήρηση και διαχείριση του Μητρώου, τη χορήγηση βεβαίωσης εγγραφής, τη διαχείριση του Μητρώου, τη διαχείριση των υποβαλλόμενων καταγγελιών, τη διενέργεια ελέγχων για την τήρηση της κείμενης νομοθεσίας και την καταχώρηση των ανωτέρω κυρώσεων που επιβάλλονται, καθώς και τη διαγραφή από το Μητρώο Εταιριών.

7. Το τμήμα αυτό στελεχώνεται από υπαλλήλους που υπηρετούν στο Υπουργείο Ανάπτυξης, υπό κάθε υπηρεσιακή κατάσταση που προβλέπεται στον Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών και Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, ΦΕΚ 26 Α’). Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται οι ειδικότερες λεπτομέρειες για την οργάνωση, τη λειτουργία του τμήματος, τη διαδικασία ελέγχου, τη συνεργασία των κλιμακίων ελέγχου με συναρμόδιες υπηρεσίες και φορείς, την έναρξη λειτουργίας του, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα και ειδική λεπτομέρεια. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης ρυθμίζονται τα θέματα αμοιβής των μελών των κλιμακίων ελέγχων.





ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ